-
1 ανταπαιτεω
требовать в свою очередь(τέν δωρεάν Thuc.)
ἔπεμψε λόγον ἀπαιτῶν παρ΄ αὐτοῦ τῆς διαβάσεως, ἀνταπαιτηθεὴς δὲ λόγον … Plut. — он послал спросить его о причине его перехода, в то время как сам получил запрос о причине … -
2 επανορθοω
тж. med.1) досл. выпрямлять, перен. восстанавливать2) исправлять, улучшать(νόμον Plat.; πολιτείαν Arst.)
εἰ δ΄ ὅπως τὰ παρόντ΄ ἐπανορθωθήσεται δεῖ σκοπεῖν Dem. — если нужно изыскать средства для улучшения нынешнего положения3) исправлять, устранять(τὰ ὑφ΄ ἑτέρων δυστυχηθέντα Lys.; τὸ ἁμάρτημα Plat.; med. τὸ γεγενημένον Plut.)
ἐπανορθοῦσθαι τὰς ἀπορίας τοῦ δήμου Plut. — помочь народным нуждам4) учить, наставлять(τινα Xen., Isocr., Arph.)
См. также в других словарях:
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek